- βαβίζω
- -ισα, γαβγίζω: Μη βαβίζεις σαν σκυλί που το δέρνουν!
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
βαβίζω — βαβίζω, βάβισα βλ. πίν. 33 … Τα ρήματα της νέας ελληνικής
βαβίζω — (Μ βαβύζω) γαβγίζω νεοελλ. 1. βρίζω, κατηγορώ 2. μουρμουρίζω. [ΕΤΥΜΟΛ. Από την ηχομιμητική λ. βαβ*, που μιμείται το γάβγισμα του σκύλου] … Dictionary of Greek
βαβίζει — βαβίζω pres ind mp 2nd sg βαβίζω pres ind act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
βάβισμα — το [βαβίζω] το γάβγισμα … Dictionary of Greek